Ανησυχίες» ενός ομότιμου καθηγητή
για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην Κύπρο
του Γιώργου Σ. Γεωργίου*
Τα αναλυτικά μας προγράμματα, «οι περιοχές ικανοτήτων» και η PISA
Διάβασα τα τελευταία άρθρα του ομότιμου καθηγητή κ. Μαυρογιώργου με τα οποία εξαπέλυσε ένα δριμύ κατηγορώ επειδή, δήθεν, με τα νέα αναλυτικά προγράμματα παραμελούμε τις γνώσεις  και περιοριζόμαστε στην καλλιέργεια  των ικανοτήτων και δεξιοτήτων που προωθούνται από τον ΟΟΣΑ μέσω της διεθνούς έρευνας PISA.
Από τα κείμενα του κ. ομότιμου καθηγητή διαφαίνεται μία απόλυτη αντίθεση στις «περιοχές ικανοτήτων» και η ανησυχία του μήπως τα σχολεία και οι εκπαιδευτικοί μας επηρεαστούν αρνητικά από τα σχετικά κείμενα του ΟΟΣΑ και τη λογική της PISA.  Η αντίθεσή του είναι τόσο έντονη ώστε ακόμη και η συζήτηση και η ερμηνεία αποτελεσμάτων της PISA να καυτηριάζονται περίπου ως βαρύ ηθικό παράπτωμα και ως η συντέλεια του κόσμου της εκπαίδευσης. Βεβαίως, θα μπορούσε κανείς να του απαντήσει ότι όλα αυτά δεν μας αφορούν, γιατί, όπως θα έπρεπε να γνωρίζει  ο κ. Μαυρογιώργος, στα δικά μας αναλυτικά προγράμματα ο πρώτος πυλώνας είναι «η προσφορά ενός επαρκούς και συνεκτικού σώματος γνώσεων από όλες τις επιστήμες», ο δεύτερος αναφέρεται στις γνώσεις και τις ιδιότητες  που πρέπει να έχει ένας δημοκρατικός πολίτης, και μόλις ο τρίτος πυλώνας αφορά στην ανάπτυξη αυτών που ονομάζονται «ικανότητες-κλειδιά», που, επιπλέον, είναι διαφορετικές από εκείνες του ΟΟΣΑ. Η επιμονή μας μάλιστα στον πρώτο πυλώνα συνοδεύεται πάντοτε  από τη ρητή διατύπωση ότι θεωρούμε αδιανόητο, ένα εκπαιδευτικό σύστημα να επικεντρώνεται ή, χειρότερα, να περιορίζεται στην καλλιέργεια ικανοτήτων και δεξιοτήτων (όπως φαίνεται να  προωθείται από διάφορους οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εκπαίδευσης) .  Συνεπώς, σ’ εμάς δεν υπάρχει το πρόβλημα το οποίο στηλιτεύει ο κ. ομότιμος καθηγητής ούτε ως πραγματικότητα ούτε ως τάση και προοπτική, και απορεί κανείς για τους λόγους που τον οδηγούν στην συγγραφή των άρθρων του στην Κύπρο και όχι στην Ελλάδα, όπου το πλαίσιο του λεγόμενου «Νέου Σχολείου» φαίνεται να ενσαρκώνει σε αρκετό βαθμό τους φόβους του.  
Παρόλα αυτά είναι αυτονόητο ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να διατυπώνει οτιδήποτε οπουδήποτε και όποτε επιθυμεί.  Αυτό ισχύει και για τον ελλαδίτη ομότιμο καθηγητή που επέλεξε αυτή την εποχή να προσφέρει προστασία στην Κύπρο απέναντι σε ανύπαρκτους κινδύνους. Το ερώτημα που προέκυψε σ’ εμένα όταν διάβασα τα πρόσφατα άρθρα του είναι εάν ο κ. Μαυρογιώργος είναι το κατάλληλο πρόσωπο για να μας συμβουλεύσει ώστε να διαγράψουμε τις «περιοχές ικανοτήτων» από τα αναλυτικά μας προγράμματα και να αποφύγουμε τον συγχρωτισμό με τα «μιάσματα» που ακούνε στο όνομα ΟΟΣΑ και PISA. Ας δούμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία που αποκρύπτει ο κ. ομότιμος καθηγητής στα πρόσφατα άρθρα του.
«Μορφωτική Πρωτοβουλία»
Επιφορτισμένος την προηγούμενη χρονιά με επιμορφώσεις στα  νέα αναλυτικά προγράμματα αναζήτησα πληροφορίες και επιμορφωτικό υλικό για τις «ικανότητες-κλειδιά», και κάποιοι Ελλαδίτες συνάδελφοι μου παραχώρησαν  το υλικό μιας «Μορφωτικής και Αναπτυξιακής Πρωτοβουλίας» που εδρεύει στην Αθήνα. Διαπίστωσα ότι πρόκειται για μια σύμπραξη ιδρυμάτων μεγάλων εταιρειών του ιδιωτικού τομέα (τραπεζών, εφοπλιστών και μεγαλοεκδοτών) με συντονιστή το Ίδρυμα Λαμπράκη. Σκοπός της Πρωτοβουλίας είναι να επηρεάσει τις εξελίξεις στην εκπαίδευση, παρεμβαίνοντας στην επιμόρφωση και αναλαμβάνοντας τη σχετική «πιστοποίηση» τόσο των σχολικών μονάδων όσο και των εκπαιδευτικών. Τέτοιες εταιρείες και πρωτοβουλίες υπάρχουν σε πολλές χώρες του κόσμου και αποτελούν αφενός τον κύριο τρόπο χειραγώγησης και υπονόμευσης της δημόσιας εκπαίδευσης και αφετέρου το μέσον οικειοποίησης τομέων της δημόσιας εκπαίδευσης από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Το πλαίσιο της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας περιγράφεται ως εξής: «Η ελληνική εκπαίδευση βρίσκεται μπροστά σε έναν προγραμματισμένο ευρωπαϊκό πειραματισμό, με αντικείμενο τη θεσμική διεθνοποίηση της Εκπαίδευσης. Με τις πολιτικές υποστήριξης, συμπλήρωσης και επικουρικότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε μιαν Ευρώπη που αλλάζει γενικότερα, δρομολογούνται εξελίξεις οι οποίες συνδέονται με το τέλος του μονοπωλίου του έθνους-κράτους και αναδεικνύουν τάσεις ομοιοτροπίας ή και εναρμόνισης στην εκπαιδευτική πολιτική των κρατών-μελών». Από την αρχή η Πρωτοβουλία (και το «Δίκτυο Σχολικής Καινοτομίας» που ίδρυσε η ίδια) δηλώνει ότι βρίσκεται «σε συνεργασία με το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και «σε συντονισμό με τις προγραμματικές δράσεις» του, ενώ στην «Έκθεση Αποτίμησης» του έργου της διαπιστώνει ότι «ως προς την πρόσφατη εξαγγελία του «νέου σχολείου» του υπουργείου, όχι μόνο οι γενικοί στόχοι αλλά ακόμα και το σκεπτικό είναι σε μεγάλο μέρος κοινά», και, τέλος, διασαφηνίζει ότι οι δράσεις της «έχουν ως στόχο τη σταδιακή υιοθέτηση της καινοτομίας, από τις σχολικές μονάδες, στην κατεύθυνση της καλλιέργειας στους μαθητές των Βασικών Ικανοτήτων (Key Competencies) ως των Γραμματισμών του 21ου αιώνα».  
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η Πρωτοβουλία κινείται στη λογική του απόλυτου περιορισμού των γνώσεων και της επικέντρωσης στην καλλιέργεια κάποιων δεξιοτήτων. Το ότι πρόκειται για «δεξιότητες» φαίνεται εναργέστερα στην αγγλόφωνη παρουσίαση, όπου ως στόχος διατυπώνεται η «αναβάθμιση της βάσης δεξιοτήτων και της απασχολησιμότητας» (improving the skills base and employability).
Ο λόγος για τον οποίον ανατρέχω στις παραπάνω εμπειρίες μου είναι επειδή ο ομότιμος καθηγητής κ. Μαυρογιώργος δεν είναι μόνον «άμισθος αντιπρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΠ» (όπως υπογράφει στα άρθρα του που αφορούν την Κύπρο) άλλα είναι επίσης βασικός αυτουργός του παραπάνω νεοφιλελεύθερου εγχειρήματος, καθώς είναι μέλος της οκταμελούς Συμβουλευτικής Επιτροπής της «Μορφωτικής και Αναπτυξιακής Πρωτοβουλίας» (παρέα με το μέλος της Διεθνούς Τράπεζας και κύριο εκφραστή του νεοφιλελευθερισμού και της ιδιωτικοποίησης στην εκπαίδευση, κ. Ψαχαρόπουλο). Παράλληλα είναι μέλος της Επιστημονικής Ομάδας του Δικτύου Σχολικής Καινοτομίας που συνέγραψε την προαναφερθείσα «Έκθεση Αποτίμησης», και έχει την αρμοδιότητα να εγκρίνει την πιστοποίηση των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων –μια πιστοποίηση, που γίνεται, όπως ρητώς επισημαίνεται, με βάση «τα αναγνωρισμένα εθνικά και διεθνή πρότυπα κατηγοριοποίησης και πιστοποίησης (π.χ. ISCED, EQF, O+NET κ.ά.)».
Για να πάρουν την πιστοποίηση, οι εκπαιδευτικοί και οι σχολικές μονάδες εντάσσονται, μετά από επιλογή, σε ένα διαβαθμισμένο πρόγραμμα επιμόρφωσης, αλλά η πιστοποίηση που παίρνουν έχει περιορισμένη χρονική ισχύ και πρέπει να ανανεώνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Όλα αυτά επειδή, σύμφωνα με το βασικό κείμενο του «Δικτύου Σχολικής Καινοτομίας» της Μορφωτικής Πρωτοβουλίας, η εκπαίδευση πρέπει να προσαρμοστεί στην «αναδιάρθρωση της παραγωγής και της απασχόλησης, στις αλλαγές των εργασιακών σχέσεων, στην αποσύνδεση του τίτλου σπουδών από την απασχόληση. …Η τυπική εκπαίδευση δεν εξασφαλίζει την ένταξη στην απασχόληση όσο προσφέρει την κατ’ αρχήν προϋπόθεση. Οι εργαζόμενοι πλέον καλούνται να εξασφαλίζουν προϋποθέσεις επαγγελματικής κινητικότητας, ευελιξίας και προσαρμογής στις συνεχείς αλλαγές». Για όλους αυτούς τους λόγους «συστηματικά αναζητούνται προϋποθέσεις αναγνώρισης και πιστοποίησης ακαδημαϊκών, μορφωτικών και επαγγελματικών εμπειριών».  Πρόκειται για την ανατολή ενός νέου κόσμου εκπαίδευσης, όπου οι μισθοί των εκπαιδευτικών και οι προϋπολογισμοί των σχολείων θα αποτελούν συνάρτηση των σχετικών πιστοποιήσεων.
Εκτός από την ευθύνη του στα παραπάνω, ο κ. Μαυρογιώργος είναι ταυτόχρονα ο επιστημονικός συνεργάτης της Πρωτοβουλίας και του Δικτύου με τη μεγαλύτερη προσφορά στο επιμορφωτικό υλικό, το οποίο, βεβαίως, παρέχεται αποκλειστικά και μόνον σε όσους συμμετέχουν στα προγράμματα της Μορφωτικής Πρωτοβουλίας (και γι’ αυτό δεν «ανακαλύπτεται» με απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο).  Ενδιαφέρουσα για τη δική μας περίπτωση είναι η συμμετοχή του στο συλλογικό κείμενο «Περιοχές ικανοτήτων» (που κοινοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2010). Πρόκειται για ένα καλά συγκροτημένο κείμενο διάδοσης της φιλοσοφίας του ΟΟΣΑ για τις ικανότητες και τις δεξιότητες. «Βεβαίως», στις «περιοχές ικανοτήτων» της Πρωτοβουλίας συγκαταλέγεται η «επιχειρηματικότητα» (την οποία εμείς, όταν προτάθηκε στη δημόσια διαβούλευση, την απορρίψαμε από τα δικά μας αναλυτικά προγράμματα εισπράττοντας κριτικές για «ιδεοληψία»).  Το συγκεκριμένο  επιμορφωτικό κείμενο τελειώνει με «Χρήσιμες βιβλιογραφικές αναφορές (θεωρητικό υπόβαθρο)», οι οποίες δεν είναι άλλες από τις σχετικές οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα κείμενα του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένης και της βασικής έκθεσης που αποτελεί το θεωρητικό υπόβαθρο της PISA. Η βιβλιογραφική αναφορά στο κείμενο αυτό είναι η εξής: The Definition and Selection of Key Competences, Executive Summary, the DESECO Project, ΟΟΣΑ 2003, www.deseco.admin.ch. (βλ. και στο http://schoolnet.protovoulia.org).
Δεν χρειάζεται να προσθέσει κανείς ότι στη βιβλιοθήκη της «Μορφωτικής Πρωτοβουλίας» κυριαρχούν τα βιβλία του ΟΟΣΑ, ενώ η PISA εμφανίζεται αποκλειστικά με θετικό τρόπο. Ιδιαίτερη σημασία έχει, ίσως, η  εξής παρατήρηση για την PISA, που εμπεριέχεται στο πρώτο σχετικό κείμενο της Μορφωτικής Πρωτοβουλίας: «Τα αποτελέσματα τέτοιου είδους ερευνών έχουν πολλαπλές αναγνώσεις και πολύ συχνά αποτελούν αντικείμενο θυελλωδών συζητήσεων και αντιπαραθέσεων, χωρίς όμως να είναι σίγουρο ότι όσοι αναφέρονται σε αυτά έχουν σαφή γνώση του τι ακριβώς δηλώνουν». Αναρωτιέται κανείς εκ των υστέρων, εάν με την παρατήρηση αυτή απλώς είχαν συγκεκριμένους, δικούς τους, ανθρώπους κατά νου και ασκούσαν αυτοκριτική ή χλεύαζαν και ειρωνεύονταν όσους θα έκαναν το λάθος να εμπιστευτούν την επιστημονική γνώση και την επιστημονική εντιμότητά τους.
Αυτά ήλθαν στο νου μου όταν διάβασα τα πρόσφατα άρθρα του κ. Μαυρογιώργου με τα οποία θέλει να μας διδάξει τι εκπαιδευτική μεταρρύθμιση χρειαζόμαστε στην Κύπρο, τι είναι προοδευτικές αξίες και τι είναι ηθική συμπεριφορά στην εκπαίδευση.
*Επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαίδευσης,
μέλος Επιτροπής Διαμόρφωσης των νέων Αναλυτικών Προγραμμάτων