Έχει ανάγκη ο τόπος μας σήμερα από νέους επίδοξους εθνοσωτήρες, 35 χρόνια μετά την τραγωδία του 1974, που προκάλεσαν στο νησί μας η προδοσία της Χούντας και της ΕΟΚΑ Β’ και η βάρβαρη τουρκική εισβολή; Αν δεν είχαν συμβεί όσα συνέβησαν πρόσφατα με αφορμή μια μαθητική θεατρική παράσταση, το πιο πάνω ερώτημα θα παρέμενε εντελώς ρητορικό και θα μπορούσε μάλιστα να προκαλέσει χαμόγελα ειρωνείας αλλά και εύλογης απορίας σε κάθε ερωτώμενο. Κι όμως το ερώτημα αποκτά και πάλι επικαιρότητα μετά το σάλο που προκάλεσε η απόφαση του Καθηγητικού Συλλόγου του Γυμνασίου Ριζοκαρπάσου να ανεβάσει το σχολείο φέτος το θεατρικό έργο της Βούλας Αρβανιτίδου «Το ποτάμι μας», που έχει ως θέμα τη φιλική σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στρατιωτών που υπηρετούν στον Έβρο. Η απόφαση αυτή, που λήφθηκε με καθ’ όλα νόμιμες διαδικασίες, όπως προβλέπουν οι Κανονισμοί Λειτουργίας των Σχολείων, αποσκοπούσε στην προώθηση του στόχου που καθόρισε για φέτος το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για την «καλλιέργεια κουλτούρας ειρηνικής συμβίωσης, αμοιβαίου σεβασμού και συνεργασίας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, με στόχο την απαλλαγή από την κατοχή και την επανένωση της πατρίδας και του λαού μας».

Η διοργάνωση μάλιστα παρόμοιων εκδηλώσεων είναι καθήκον και υποχρέωση όλων των σχολείων, όπως γίνεται κάθε χρόνο με τους στόχους που θέτει το Υπουργείο (έτος ελευθερίας και πεσόντων Αγωνιστών ΕΟΚΑ 1955-59 το 2007, διαπολιτισμικός διάλογος το 2008 και ειρηνική συνύπαρξη το 2009). Δεν έκαναν δηλαδή οι καθηγητές του Γυμνασίου Ριζοκαρπάσου τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από ό,τι προγραμματίζουν για φέτος τα πλείστα σχολεία μας, εφαρμόζοντας τις εγκυκλίους και τις οδηγίες του ΥΠΠ. Κι όμως για κάποιους, που μόνο ως νέους επίδοξους εθνοσωτήρες μπορούμε να τους χαρακτηρίσουμε, εγκλημάτησαν η Διευθύντρια και η συντριπτική πλειοψηφία των καθηγητών του Γυμνασίου Ριζοκαρπάσου και θα πρέπει να καούν στην πυρά (να αναβιώσουμε άραγε και την Ιερά Εξέταση;), γιατί πέρασε από το μυαλό τους η ιδέα να στείλουν μέσω ενός θεατρικού έργου μηνύματα ειρηνικής συμβίωσης στους εγκλωβισμένους κατοίκους του Ριζοκαρπάσου και στα παιδιά του σχολείου, που βιώνουν ουσιαστικά και όχι λεκτικά την ειρηνική συμβίωση, ακόμα και με τους έποικους, έστω κι αν αυτό ορθώνει επικίνδυνα τις εθνικόφρονες τρίχες ορισμένων από τους εθνοπατέρες μας. Τόλμησαν δηλαδή να μιλήσουν για την αναγκαιότητα της ανθρώπινης επικοινωνίας και της ειρηνικής συνύπαρξης με τη δύναμη του θεατρικού λόγου, τον οποίο φαίνεται κάποιοι φοβούνται και σήμερα όπως ο διάβολος το λιβάνι, κατά παρόμοιο τρόπο που τον φοβούνταν και τον εξοβέλιζαν στο μεσαίωνα και στα κατοπινά χρόνια όλοι οι σκοταδιστές και οι επίδοξοι εθνοσωτήρες, από τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι ίσαμε τον Μεταξά, που απαγόρευε την Αντιγόνη του Σοφοκλή κα τον Επιτάφιο του Περικλή, έργα – ύμνους και δοξαστικά για τη δημοκρατία και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αποκορύφωμα μάλιστα του παραλογισμού, τον οποίο βιώνει εδώ και ένα περίπου μήνα η κυπριακή κοινωνία, είναι η προσπάθεια ηρωοποίησης μιας καθηγήτριας του Γυμνασίου Ριζοκαρπάσου, της μόνης η οποία διαφώνησε με την απόφαση του σχολείου της, για καθαρά κομματικούς και ιδεολογικούς λόγους, όπως διαφάνηκε στη συνέχεια, από τις διαστάσεις που η ίδια προσέδωσε στο θέμα, δημοσιοποιώντας με άγαρμπο και εντελώς αντιδεοντολογικό τρόπο τη διαφωνία της. Αντί δηλαδή η συγκεκριμένη καθηγήτρια που διαφώνησε, να σεβαστεί την απόφαση της πλειοψηφίας, ανήγαγε το όλο θέμα σε μείζον πολιτικό πρόβλημα, πυροδοτώντας μια ανοίκεια και απαράδεκτη πολεμική ενάντια στη Διεύθυνση και στην πλειοψηφία του Καθηγητικού Συλλόγου, που κατηγορήθηκαν από την ίδια και από τους λογής λογής νεοφανείς πατριδοκάπηλους ως ανθέλληνες εκπαιδευτικοί που προσπαθούν μάλιστα «να εκτουρκίσουν τα ελληνόπουλα του Ριζοκαρπάσου». Αναδείχτηκε μάλιστα από ορισμένα ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα ως ηρωίδα η συγκεκριμένη καθηγήτρια, η οποία αυτοπροβλήθηκε ως η μόνη Ελληνίδα καθηγήτρια του Ριζοκαρπάσου, που υπερασπίζεται την ελληνικότητα και «αντιστέκεται» (σε τι άραγε;). Από την αναστάτωση που προκλήθηκε, όπως ήταν φυσικό, επηρεάστηκαν και οι εγκλωβισμένοι, οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο στρατόπεδα, όπως επίσης και τα παιδιά. Ως αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής, η οποία απασχόλησε επανειλημμένες συσκέψεις όλων των εμπλεκομένων στο Υπουργείο και στη Βουλή, αποφασίστηκε τελικά από τον Υπουργό η ακύρωση των παραστάσεων για να επέλθει ηρεμία και ομαλότητα στο Ριζοκάρπασο. Διερωτάται όμως κάθε νουνεχής πολίτης αυτού του δύσμοιρου τόπου.

Τι είναι τελικά ηρωισμός, αντίσταση και πατριωτισμός; Είναι μήπως ηρωισμός η παραβίαση της δημοκρατικής νομιμότητας και η προσπάθεια επιβολής της θέλησης του ενός στη θέληση και την απόφαση της πλειοψηφίας; Είναι μήπως ηρωισμός η διαιώνιση του μίσους κα της μισαλλοδοξίας ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους σε έναν τόπο όπως το δικό μας, που πλήρωσε πολύ ακριβά και τραγικά τα επίχειρα του εθνικισμού και του σοβινισμού στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα; Ή είναι μήπως ηρωισμός και αντίσταση το να ρίχνουμε στην πυρά, στην ευρωπαϊκή Κύπρο του 21ου αιώνα, κάθε θεατρικό και λογοτεχνικό έργο με το οποίο διαφωνούμε ιδεολογικά, όπως έκαναν σε όλες τις σκοτεινές περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας οι κατά καιρούς δικτάτορες και οι επίδοξοι εθνοσωτήρες; Προσωπικά, πιστεύω ότι, αν πραγματικά έχουμε επίγνωση της σύγχρονης ιστορίας και των ευθυνών που έχουμε απέναντι στη νέα γενιά, δεν μπορούμε και δεν νομιμοποιούμαστε σήμερα να ηρωοποιούμε παρόμοιες συμπεριφορές, οι οποίες προσλαμβάνουν περισσότερο το χαρακτήρα ηρωικής μωρίας, τις συνέπειες της οποίας πλήρωσε πολύ ακριβά ο Ελληνισμός, τόσο στο παρελθόν όσο και πρόσφατα (1897, 1922 και 1974). Δεν χρειαζόμαστε λοιπόν νέους επίδοξους εθνοσωτήρες, γιατί οραματιζόμαστε -ναι, η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας, μια ειρηνική και επανενωμένη Κύπρο, απαλλαγμένη από την κατοχή, κοινή και ευτυχισμένη πατρίδα για όλους τους κατοίκους της, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Αρμένιους, Μαρωνίτες και Λατίνους, χωρίς συρματοπλέγματα μίσους και διαχωρισμού και χωρίς νέα δεινά, που σίγουρα προοιωνίζεται η επικράτηση παρωχημένων αντιλήψεων και ιδεών που ενέχουν το στοιχείο της πατριδοκαπηλίας και της μεσσιανικής εθνοπροστασίας.

του Κώστα Κατσώνη
φιλόλογου – συγγραφέα.