Το δικαίωμα των νέων παιδιών στα σχολεία, των μαθητών μας, να υποβάλουν ερωτήσεις ως μέσο αναζήτησης απαντήσεων στη διαδικασία μάθησης για οποιοδήποτε θέμα τους αφορά, συχνά απαξιώνεται και λοιδορείται από αυτούς που πάντα κρίνουν τους άλλους, ακόμα και τους μαθητές, με τα δικά τους ιδιοτελή δεδομένα και κριτήρια.
Όταν τα ίδια αυτά άτομα κρύβονται πίσω από «θέσεις» σε οργανώσεις και φορείς, υποβάλουν ερωτήματα για θέματα που είτε εκ της «θέσης» τους θα όφειλαν να γνωρίζουν, είτε επειδή πολλάκις τους έχουν διευκρινιστεί, καθόλου δεν ισχύει το ίδιο. Δηλαδή το φυσιολογικό ερώτημα των μαθητών αμφισβητείται ενώ το δικό τους ψεύτικο και ιδιοτελές ερώτημα όταν αγνοείται, παρουσιάζεται ως αδυναμία απάντησης, απαξίωση και έλλειψη «συναίνεσης».
Επειδή όλα αυτά αφορούν «ερωτήματα» που δημοσιεύτηκαν σχετικά με την προσπάθεια αναμόρφωσης των αναλυτικών προγραμμάτων, μια διαδικασία που λόγω ακριβώς της διαχείρισης της ως δημόσιο εγχείρημα, έχει αγκαλιαστεί τόσο από εκπαιδευτικούς όσο και από γονείς, τότε φυσιολογικά αυτά τα ερωτήματα μπορούν να απαντηθούν μόνο αντιστρέφοντας τα:
Ερωτώ λοιπόν, πότε προηγούμενα και σε ποια μεταρρύθμιση, έχει χρησιμοποιηθεί τόσο μεγάλος αριθμός μάχιμων εκπαιδευτικών που αποδέχτηκε να εργαστεί εθελοντικά και σε ελεύθερο χρόνο (που για κανένα μάχιμο εκπαιδευτικό δεν είναι ελεύθερος φυσικά);
Πότε η πολιτική βούληση για συναίνεση έγινε πράξη ώστε να εκπροσωπούνται τόσο σε επίπεδο συντονιστών (πανεπιστημιακοί) όσο και σε επίπεδο μάχιμων εκπαιδευτικών άτομα από όλο το πολιτικό φάσμα; Αλήθεια πόσοι θυμούνται την υιοθέτηση σε μια νύχτα από τον τότε Υπουργό Παιδείας του ενιαίου λυκείου; Πόσοι και ποιοι μάχιμοι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν στην προσπάθεια αλλαγής του «αναλυτικού προγράμματος» της Γ’ λυκείου (ήταν μια διαδικασία προσθαφαίρεσης ύλης) το 2003; Ποιος μπορεί να μπορεί να σταθεί χωρίς ενοχές μπροστά σε γονείς και να εξηγήσει το έργο εκείνων των επιτροπών;
Πότε προηγουμένως έχουν γίνει τόσες πολλές συναντήσεις και διαλέξεις με πολιτικά κόμματα, εκπαιδευτικές οργανώσεις, οργανώσεις γονέων, εκπαιδευτικούς, μαθητές, γονείς και παρατάξεις εκπαιδευτικών για να εξηγηθεί το κάθε στάδιο προβληματισμού της επιτροπής αναμόρφωσης αναλυτικών προγραμμάτων;
Πότε προηγουμένως η όλη διαδικασία αγκαλιάστηκε με τόσο ενθουσιασμό από την πανεπιστημιακή κοινότητα της Κύπρου και της Ελλάδας με τόσες αξιόλογες συμμετοχές;
Πότε προηγούμενα έγινε κάτι ανάλογο χωρίς το κόστος για το δημόσιο να είναι δυσανάλογα μεγάλο;
Πότε προηγούμενα έγινε κάτι ανάλογο χωρίς το κόστος για το δημόσιο να είναι δυσανάλογα μεγάλο;
Δεν αναμένω απαντήσεις στα πιο πάνω διότι όσοι πραγματικά ενδιαφέρονται για την δημόσια παιδεία και τους ενδιαφέρει να προχωρήσει απρόσκοπτα η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, επειδή αυτή αφορά το μέλλον των παιδιών και το μέλλον του τόπου μας, είναι σε θέση να γνωρίζουν τις απαντήσεις διότι τις βιώνουν καθημερινά είτε στο σχολείο είτε στο σπίτι.
Γιώργος Ζήσιμος
Εκπαιδευτικός, Μέλος της Επιτροπής αναμόρφωσης των αναλυτικών προγραμμάτων